Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2021

Εικόνα σου είμαι, κοινωνία, και σου μοιάζω.

Η Γαλάτεια Καζαντζάκη - Αλεξίου, 
γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 8 Μαρτίου του 1881.
Πέθανε στις 17 Νοεμβρίου του 1962.
Κάπου εκεί ... ανάμεσα, έγραψε το παρακάτω ποίημα... 
Θα μπορούσε να το είχε γράψει και χθες...καθώς κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ούτε 100 χρόνια μετά.


Γαλάτεια Καζαντζάκη – Αμαρτωλό

Στη Σμύρνη Λέλα, Ηρώ στη Σαλονίκη,
στο Βόλο Κατινίτσα έναν καιρό…
Τώρα στα Βούρλα με φωνάζουν Νίκη…

Ο τόπος μου ποιός ήταν; Ποιοί οι δικοί μου;
Αν ξέρω, ανάθεμά με!
Σπίτι, πατρίδα μου έχω τα μπορντέλα…

Ώς κι οι αθώοι χρόνοι οι παιδικοί μου
θολές σβησμένες ζωγραφιές
κι είναι αδειανό σεντούκι η θύμησή μου!

Το σήμερα χειρότερο απ’ το χτες
και τ’ αύριο απ’το σήμερα θε να ‘ναι…
Φιλιά από στόματα άγνωστα, βρισές
κι οι πολισμάνοι να με τραβολογάνε…

Γλέντια, καβγάδες ως να φέξει,
αρρώστιες, αμφιθέατρο του Συγγρού
κι ενέσεις 606.
Πνιγμένου καραβιού σάπιο σανίδι
όλη η ζωή μου του χαμού…

Μ’ από την κόλασή μου στο φωνάζω:
εικόνα σου είμαι, κοινωνία, και σου μοιάζω.



ΤABURO BOTA - ΓΥΝΑΙΚΑΡΕΣ

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2021

Ναζίμ Χικμέτ (15 Ιανουαρίου 1902 - 3 Ιουνίου 1963)

 

Ναζίμ Χικμέτ: Για τη ζωή
(απόδοση: Γιάννης Ρίτσος)

Η ζωή δεν είναι παίξε γέλασε
Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Όπως, να πούμε, κάνει ο σκίουρος
Δίχως απ’ όξω ή από πέρα να προσμένει τίποτα
Δε θα `χεις άλλο πάρεξ μοναχά να ζεις.

Η ζωή δεν είναι παίξε γέλασε
Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Τόσο μα τόσο σοβαρά
Που έτσι, να πούμε, ακουμπισμένος σ’ έναν τοίχο
Με τα χέρια σου δεμένα
Ή μέσα στ’ αργαστήρι
Με λευκή μπλούζα και μαύρα ματογυάλια
Θε να πεθάνεις, για να ζήσουνε οι άνθρωποι,
Οι άνθρωποι που ποτέ δε θα `χεις δει το πρόσωπό τους
Και θα πεθάνεις ξέροντας καλά
Πως τίποτα πιο ωραίο, τίποτα πιο αληθινό απ’ τη ζωή δεν είναι

Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Τόσο μα τόσο σοβαρά
Που θα φυτεύεις, σαν να πούμε, ελιές ακόμα στα εβδομήντα σου
Όχι καθόλου για να μείνουν στα παιδιά σου
Μα έτσι, γιατί το θάνατο δε θα τονε πιστεύεις
Όσο κι αν φοβάσαι

Μα έτσι, γιατί η ζωή θε να βαραίνει πιότερο στη ζυγαριά.

Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

Τάσος Λειβαδίτης (20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988)

Τάσος Λειβαδίτης, Επιστροφή απ’ το φαρμακείο, από τη συλλογή Ανακάλυψη

Συνέβη χωρίς ποτέ να καταλάβω πώς — η μητέρα είχε πονοκέφαλο,
……θυμάμαι, και μ’ έστειλαν στο φαρμακείο,
στο γυρισμό, είναι η αλήθεια, χάζεψα λίγο, κορόιδεψα έναν γέρο,
……τρόμαξα με μια πέτρα δυο πουλιά
κι ώσπου να στρίψω πάλι το δρόμο
ούτε σπίτι, ούτε νεότητα πια.


Σας σήμερα, γεννήθηκε!

Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Η δόξα των ανέμων

Οχτώ Νοέμβρη. Εποχή των χρυσανθέμων –
γυαλί σπασμένο το κορμί σου καταγής.
Ντυμένη θαύματα στη δόξα των ανέμων
τον αιματόφυρτο καιρό αιμορραγείς.

Οχτώ Νοέμβρη πια ποτέ δε θα ξανάρθει
σαν θεατρίνα που έχει σβήσει αλκοολική
κι ένα παιδί που μεγαλώνει μες στη στάχτη
θα διδαχτεί απ’ τους θεούς τη μαντική.

Μες στα νεκρά τα καφενεία πέφτει χιόνι
κι έξω περνάει μια κηδεία της συμφοράς.
Των αισθημάτων λάμπει πάντοτε το αφιόνι
σ’ ένα κουτί μέσα κλεισμένο ζαφοράς.

Πρέπει να μάθεις να διαβάζεις το σκοτάδι
σαν ένα σώμα, στην αρχή συλλαβιστά.
Να κατακτήσεις και το μπλε που είναι στον Άδη.
Να ιδρώνουν θάνατο οι χορδές και τα πνευστά.

Σ’ ένα δωμάτιο τρεις γιατροί συλλογισμένοι
πίνουν θανάτους μιας ζωής πριν μ’ αρνηθεί.
Και συνεχώς με ψηλαφίζουν σαστισμένοι
γιατί το μέλλον μου λυσσάει για να σωθεί.

Παλιά φεγγάρια της αγάπης τα μπακίρια.
Πλεχτές κουβέρτες με τοπάζι και χρυσό.
Μυρίζουν κίτρινο και δάφνη τα σανίδια
και πίνω αρώματα και οινόπνευμα να ζω.

Μες στις βελόνες του ένας ράφτης καρφωμένος –
διαμάντια το αίμα του, καρφίτσες και κλωστές.
Ένα παλτό μεταποιεί σαν μαγεμένος
να το φορέσουν των ανέμων εραστές.

Οχτώ Νοέμβρη και το σπίτι ταξιδεύει
σ’ ενός σουλτάνου τις αυλές ψηφιδωτό.
Του σώματός μας τα κρυφά και τα ερέβη
μόνο της τέχνης μας φυλούν την κιβωτό.

Ποιμένες άγγελοι στα μοβ των αθανάτων
πενθούν και ψάλλουν τη μεσίστια ζωή.
Κι εγώ στο έλεος πενθώ των αοράτων
και των προβάτων που πηγαίνουν για σφαγή.

Απόψε τίποτα δεν έχεις να δηλώσεις.
Η νομιμότητά σου εξωπραγματική.
Αρκεί σαν γράμμα τη ζωή σου να διπλώσεις
κι ύστερα παίζεις κοπτική και ραπτική.

Οχτώ Νοέμβρη. Εορτή των Αρχαγγέλων.
Των Μιχαήλ και Γαβριήλ Ταξιαρχών.
Δεν έχει νόημα πως κάψαμε το μέλλον.
Το κέρδος μένει και σωμάτων και ψυχών.

Κι όπως τις ροζ τις εποχές των χρυσανθέμων
πλανόδιοι θίασοι πουλούσαν μαγικά
έτσι κι εσύ μέσα στη δόξα των ανέμων
τα αινίγματα σου αθροίζεις με μηδενικά.

Μάνος Ελευθερίου - Η δόξα των ανέμων


Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

Η μελωδία της Ζωής

Για δες που τώρα ο άνεμος κυνηγάει τα σύννεφα και αυτά με τη σειρά τους τον ήλιο.

Και εγώ, στο μάτι του κυκλώνα, μια νηνεμία εγώ, γνωρίζοντας ότι,αν κάνω ένα βήμα παραέξω, θα βρεθώ και εγώ σ' αυτό το ατελείωτο κυνηγητό και ίσως αναγκαστώ να πάρω θέση, να διαλέξω πλευρά ανάμεσα στον άνεμο, στα σύννεφα και στον ήλιο.

Αλλά πώς να επιβάλεις στον εαυτό σου να διαλέξει  ανάμεσα στον ανίκητο άνεμο που φέρνει πάντα την αλλαγή, που μπροστά του τα πάντα ωχριούν; Που όταν θέλει, έχει τη δύναμη να αλλάξει ακόμα και τις εποχές.

Να διαλέξεις ανάμεσα στα σύννεφα που, όταν δεν είναι ακόμα έτοιμα να σου προσφέρουν τη βροχή που θα ξεπλύνει τα πάντα στο πέρασμα της, παίζουν αυτό το πανέμορφο κρυφτό με τον ήλιο κάνοντας τη φαντασία σου να λειτουργεί σε επίπεδα που δεν πίστευες ότι υπάρχουν.

Ή ανάμεσα στον ήλιο, που χωρίς καμία αμφιβολία δίνει ζωή στα πάντα. Που ο άνεμος δεν τον αγγίζει, που μόνο αυτός μπορεί να ολοκληρώσει το έργο της βροχής και να σε στεγνώσει προσφέροντας σου τη ζεστασιά που χρειάζεσαι όταν όλα έχουν φύγει από πάνω σου μαζί με τις σταγόνες της.

Και μέχρι να αποφασίσεις, εξαφανίζονται όλα, σε μια μορφή εκεχειρίας και δίνουν τη θέση τους στο απόλυτο σκοτάδι, ή, αν είσαι τυχερός, στο φεγγάρι που έρχεται,χωρίς να το έχει υπολογίσει κανείς,να σε βγάλει από τη δύσκολη θέση και να σου δώσει λίγο χρόνο ακόμα για να αποφασίσεις.

Να αποφασίσεις ότι, τελικά, δε χρειάζεται να αφήσεις κανένα παραπονεμένο. Να αποφασίσεις ότι κάθε πράγμα έχει τη στιγμή του. Ότι όλα κάνουν τον κύκλο τους και να συνειδητοποιήσεις ότι δεν αντιτίθενται το ένα στο άλλο αλλά συνεργάζονται για να σου προσφέρουν μια ατέρμονη μελωδία που, 
χωρίς κάποιο από τα μέρη που την αποτελούν, 
θα ήταν λειψή.

Και τότε είναι που παραμένεις αναπαυτικά στο μάτι του κυκλώνα και 
απολαμβάνεις αυτό που τόσο απλόχερα σου έχει προσφερθεί και ονομάζεται ζωή...

I've got the Blues

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Τάσος Λειβαδίτης (20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988)

Ἐκμυστήρευση
(Τάσος Λειβαδίτης, ἀπὸ τὴ συλλογή Τὰ χειρόγραφά του φθινοπώρου (1990))

Κι μιὰ μέρα θέλω νὰ γράψουν στὸν τάφο μου: ἔζησε στὰ σύνορα
μιᾶς ἀκαθόριστης ἡλικίας καὶ πέθανε γιὰ πράγματα μακρινὰ ποὺ
……εἶδε κάποτε σ᾿ ἕνα ἀβέβαιο ὄνειρο.


 Σαν σήμερα έφυγε. 

L’ Albatros

L’ Albatros (1857)

Charles Baudelaire

Souvent, pour s’amuser, les hommes d’équipage
Prennent des albatros, vastes oiseaux des mers,
Qui suivent, indolents compagnons de voyage,
Le navire glissant sur les gouffres amers.

A peine les ont-ils déposés sur les planches,
Que ces rois de l’azur, maladroits et honteux,
Laissent piteusement leurs grandes ailes blanches
Comme des avirons traîner à côté d’eux.

Ce voyageur ailé, comme il est gauche et veule!
Lui, naguère si beau, qu’il est comique et laid!
L’un agace son bec avec un brûle-gueule,
L’autre mime, en boitant, l’infirme qui volait!

Le Poète est semblable au prince des nuées
Qui hante la tempête et se rit de l’archer;
Exilé sur le sol au milieu des huées,
Ses ailes de géant l’empêchent de marcher. 
  


Στίχοι: Αλέξανδρος Μπάρας & Κάρολος Μπωντλέρ 
Μουσική: Νίκος Ξυδάκης / Σωκράτης Μάλαμας 

Συχνά για να περάσουνε την ώρα οι ναυτικοί
άλμπατρος πιάνουνε, πουλιά μεγάλα της θαλάσσης,
που ακολουθούνε σύντροφοι, το πλοίο, νωχελικοί,
καθώς γλιστράει στου ωκεανού τις αχανείς εκτάσεις.

Και μόλις στο κατάστρωμα του καραβιού βρεθούν
αυτοί οι ρηγάδες τ’ ουρανού, αδέξιοι, ντροπιασμένοι,
τα κουρασμένα τους φτερά στα πλάγια παρατούν
να σέρνονται σαν τα κουπιά που η βάρκα τα πηγαίνει.

Πως κείτεται έτσι ο φτερωτός ταξιδευτής δειλός
τ’ ωραίο πουλί τι κωμικό κι αδέξιο που απομένει
ένας τους με την πίπα του το ράμφος του χτυπά
κι άλλος, χωλαίνοντας, το πως πετούσε παρασταίνει.

Ίδιος με τούτο ο Ποιητής τ’ αγέρωχο πουλί
που ζει στη μπόρα κι αψηφά το βέλος του θανάτου,
σαν έρθει εξόριστος στη γη και στην οχλοβοή
μεσ’ στα γιγάντια του φτερά χάνει τα βήματά του.

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

Ονείρου Κρίσεις

Τα όνειρα είναι μια πολύ περίεργη έννοια. 

Άλλα όνειρα είναι εξαιρετικά επικίνδυνα, άλλα εντελώς ακίνδυνα και ανούσια, 
άλλα ζήτημα ζωής και θανάτου, άλλα καλοπέρασης. 
Αυτό γιατί δεν ονειρεύονται όλοι το ίδιο.

Άλλο το όνειρο του παιδιού στην Αφρική και άλλο ενός παιδιού στην Νέα Υόρκη. 
Άλλα ονειρεύεται ο Ισραηλινός στρατιώτης, άλλα ένα νέο κορίτσι στην Παλαιστίνη. 

Ξέρω τι θα πεις, πολύ αντίθετα παραδείγματα που κάποιος κακοπροαίρετος θα τα πει λαϊκισμό, 
αλλά η ζωή είναι γεμάτη με λαϊκισμό, αντιθέσεις και πραγματικότητα. 

Κοινός παρανομαστής των ονείρων είναι η επιθυμία ή ο φόβος. 
Και άλλη μια πραγματικότητα της ζωής είναι ότι αυτά τα όνειρα που πηγάζουν από την επιθυμία, 
σε αντίθεση με αυτά που πηγάζουν από τον φόβο, σπάνια πραγματοποιούνται. 

Οπότε μην αισθάνεσαι καθόλου άσχημα όταν τα όνειρα σου δεν παίρνουν υπόσταση, να σκέφτεσαι ότι τα όνειρα κάποιου άλλου που μπορεί να έχουν την ίδια μοίρα με τα δικά σου, μπορεί να είναι οι εφιάλτες κάποιου τρίτου. 
Οι επιθυμίες κάποιου, μπορεί να είναι οι φοβίες ενός άλλου. 

Να σκέφτεσαι επίσης ότι καλώς η κακώς, τα όνειρα, 
δεν πεθαίνουν όταν δεν ξυπνάνε μαζί με αυτόν που τα βλέπει, 
αλλά περιμένουν καρτερικά το επόμενο βράδυ 
για να κάνουν και πάλι την εμφάνιση τους. 
Είτε ως επιθυμία, είτε ως φόβος.


Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

Γραπτό μήνυμα μιας κουφής

Καταλαβαίνω ότι το κλίμα μπορεί να είναι λίγο πιο ανάλαφρο λόγο των διακοπών των περισσοτέρων, 
αλλά θα ήθελα λίγο από τον χρόνο και την ανεμελιά της εποχής να μοιραστώ 
ένα μελοποιημένο ποίημα της Σοφίας Κολοτούρου.


"Μήνυμα στο Μπουκάλι"

Η αίσθηση του κόσμου ήταν λειψή,
από τη γέννησή μου ως τώρα.
Στο ιστορικό μου γράψανε: κουφή
κι έτσι έμεινε –μια κούφιαν ώρα...

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Κατερίνα Γώγου (1 Ιουνίου 1940 - 3 Οκτωβρίου 1993)

Κατερίνα Γώγου 
 (1 Ιουνίου 1940 - 3 Οκτωβρίου 1993)

 

Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά –
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!